Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Ζίγκφρηντ "Σάμουελ" Μπινγκ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Samuel Bing (Γαλλικά) |
Γέννηση | 26 Φεβρουαρίου 1838[1][2][3] Αμβούργο |
Θάνατος | 6 Σεπτεμβρίου 1905[1][3][4] Βωκρεσόν |
Τόπος ταφής | Κοιμητήριο του Περ-Λασαίζ |
Χώρα πολιτογράφησης | Γαλλία (από 1876) Αμβούργο |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γαλλικά[5] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | έμπορος έργων τέχνης συλλέκτης τέχνης εκδότης (1888–1891)[6] expert (1897–1902) |
Περίοδος ακμής | 1883[7] |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Marcel Bing |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής (12 Ιουλίου 1890) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Ζίγκφρηντ "Σάμουελ" Μπινγκ (Siegfried "Samuel" Bing, 1838 - 1905) ήταν Γερμανός συλλέκτης και έμπορος έργων τέχνης, ο οποίος καθιέρωσε το καλλιτεχνικό κίνημα της Αρ Νουβό (Art Nouveau) στη Γαλλία στα τέλη του 19ου αιώνα.
Ο Μπινγκ γεννήθηκε στο Αμβούργο της Γερμανίας το 1838, αλλά σε ηλικία δεκαέξι χρονών, το 1854, εγκαταστάθηκε στη Γαλλία, όπου και παρέμεινε ως το τέλος της ζωής του το 1905. Το 1876 απέκτησε τη γαλλική υπηκοότητα. Άλλαξε μάλιστα το γερμανικό όνομά του Ζίγκφρηντ σε Σάμουελ, υπογράφοντας πάντα ως "Σ. Μπινγκ", προκειμένου να αποφύγει τις αντιγερμανικές συμπεριφορές που επικρατούσαν την εποχή εκείνη στη Γαλλία.
Αρχικά, ο Σάμουελ Μπινγκ ασχολήθηκε με την εμπορία έργων ιαπωνικής τέχνης. Αργότερα όμως, το Δεκέμβριο του 1895, άνοιξε και διηύθυνε σχεδόν μέχρι το θάνατό του τη διάσημη γκαλερί του στο Παρίσι στην οδό ντε Προβάνς 22 (Rue de Provence 22), με την επωνυμία "Οίκος της Αρ Νουβό" (Maison de l' Art Nouveau), όπου εξέθετε έργα πρωτοπόρων καλλιτεχνών, που τα ονόματά τους έγιναν στα επόμενα χρόνια συνώνυμα με το κίνημα της Αρ Νουβό τέχνης σ' όλο τον ευρωπαϊκό χώρο. Από την παρισινή αυτή γκαλερί του Μπινγκ, το καλλιτεχνικό κίνημα και ο ρυθμός της Αρ Νουβό πήραν το όνομά τους.
Το κίνημα της Αρ Νουβό δέχτηκε στα πρώτα βήματά του τα βέλη της κριτικής και το κοινό του Παρισιού στις δεκαετίες 1880 - 1890 ένιωθε τελείως άβολα με τις ανατρεπτικές πρωτοβουλίες του Μπινγκ στα καλλιτεχνικά πράγματα της εποχής. Κριτικοί και συγγραφείς, ανάμεσά τους και ο Γάλλος συγγραφέας Εντμόν ντε Γκονκούρ, θεωρούσαν τον Μπινγκ ως θύμα δολοπλοκίας από μέρους μιας μερίδας επαναστατημένων καλλιτεχνών, οι οποίοι εκμεταλλεύονταν την καλλιτεχνική ευαισθησία του. Αντίθετα, το αγγλικό περιοδικό "The Studio" εξυμνούσε το πρωτοποριακό βλέμμα του Μπινγκ, θεωρώντας ανυπολόγιστη τη συνεισφορά του στη σύγχρονη τέχνη και στη θετική μεταστροφή της αισθητικής του κοινού.
Στην περίοδο από το 1896 ως το 1902, ο Μπινγκ παρουσίασε στην παρισινή γκαλερί του μεγάλη γκάμα έργων τέχνης στο στυλ της Αρ Νουβό, που περιελάμβανε πίνακες ζωγραφικής, γλυπτά, βάζα, κοσμήματα, κεραμικά, υαλογραφίες, υφάσματα και έπιπλα. Έκανε παραγγελίες για ζωγραφικά έργα στους Γάλλους ζωγράφους Πιέρ Μπονάρ, Πωλ Σερυζιέ, Εντουάρ Βιγιάρ και Ανρί ντε Τουλούζ-Λωτρέκ, που ο φίλος του Λούις Κόμφορτ Τίφφανι (Louis Comfort Tiffany) τα μετέτρεπε σε πολύχρωμες υαλογραφίες (βιτρώ). Ο Μπινγκ είχε μάλιστα αποκτήσει τα αποκλειστικά δικαιώματα διανομής των έργων του Τίφφανι σ' όλη την Ευρώπη.
Παρουσίαζε ακόμη στην γκαλερί του βάζα σχεδιασμένα από τον Εμίλ Γκαλέ (Émile Gallé), κοσμήματα του Ρενέ Λαλίκ (René Lalique), υφάσματα σε σχέδια του Ουίλλιαμ Μόρρις (William Morris), πίνακες ζωγραφικής του Νορβηγού Έντβαρτ Μουνκ (Edvard Munch), του Γάλλου Πωλ Σινιάκ (Paul Signac) και του Ελβετού Φελίξ Βαλοτόν (Félix Vallotton), γλυπτές δημιουργίες του Ωγκύστ Ροντέν (Auguste Rodin) και των Βέλγων γλυπτών Ζωρζ Μιν (George Minne) και Κονσταντέν Μενιέ (Constantin Meunier), διακοσμήσεις εσωτερικού χώρου του Χένρυ βαν ντε Βέλντε (Henry van de Velde) και πόστερ φιλοτεχνημένα από τον Όμπρεϊ Μπίρντσλεϊ (Aubrey Beardsley).
Ο Μπινγκ υπήρξε όχι μόνον ο ανάδοχος και φιλοσοφικός ιμπρεσάριος της Αρ Νουβό, αλλά ήταν συγχρόνως αυτός που πρόβαλε και καθιέρωσε στον ευρωπαϊκό χώρο καλλιτέχνες που τα ονόματά τους συνδέθηκαν με το πρωτοποριακό αυτό κίνημα της "νέας τέχνης". Εντυπωσιακό ήταν το περίπτερο του Μπινγκ στην Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού το 1900, όπου η πρωτοτυπία και ο μοντερνισμός των έργων της Αρ Νουβό σημείωσαν μεγάλη επιτυχία. Εκεί προβλήθηκε και το έργο άλλων στενών συνεργατών του Μπινγκ, όπως του ζωγράφου Εντουάρ Βιγιάρ (Édouard Vuillard), των σχεδιαστών Εζέν Γκυγιάρ, (Eugène Guillard), Έντουαρντ Κολόννα (Edward Colonna) και Ζωρζ ντε Φερ (Georges de Feure), καθώς και του Βέλγου γλύπτη Κονσταντέν Μενιέ (Constantin Meunier).
Ο Μπινγκ έκλεισε την γκαλερί του "Maison de l' Art Nouveau" στο Παρίσι το 1904, ένα χρόνο πριν το θάνατό του.